Μερικές απλές σκέψεις για την Ανώτατη Παιδεία
Της Λένας Τσιπούρη
Πρώτη δημοσίευση: περιοδικό ΣΑΜΙΖΝΤΑΤ, 10/09/1997
[…] Πολλά χρόνια τώρα έχουμε βαρεθεί να ακούμε για την ανάγκη αναμόρφωσης της ανώτατης παιδείας, να βλέπουμε νομοσχέδια πλαίσια, νομοσχέδια διορθωτικά ή νομοσχέδια που διορθώνουν αδικίες και, παρ’ όλα αυτά η κατάσταση στα ΑΕΙ να χειροτερεύει. Υπάρχει χωρίς αμφιβολία ένας φαύλος κύκλος με τα κεκτημένα δικαιώματα φοιτητών, διδακτικού προσωπικού και διοικητικού προσωπικού των ΑΕΙ από την μία και με τις ανεκπλήρωτες προσδοκίες τους από την άλλη. Ο καθένας προωθεί τα δικά του συντεχνιακά αιτήματα, όπου μάλιστα δυστυχώς μερικές φοιτητικές διεκδικήσεις ταυτίζονται και με τη μείωση της παροχής γνώσης.
Αν ακούσει κανείς τους πανεπιστημιακούς, θα δει ότι σε γενικές γραμμές οι θέσεις τους είναι ότι:
- Δεν ασχολούνται πλήρως με το Πανεπιστήμιο, γιατί είναι χαμηλές οι αποδοχές (αν και αυξήθηκε η απασχόληση όταν πριν από χρόνια τετραπλασιάστηκαν οι μισθοί μας),
- Υπάρχει πρόβλημα υλικοτεχνικής υποδομής (ούτε κτίρια ούτε γραμματείες λειτουργού, αφήστε που, αν μπει κανείς στις φοιτητικές τουαλέτες της Νομικής, θα βρει ίσως μικρόβια που νομίζαμε έχουν εκλείψει από τις χώρες του ΟΟΣΑ, ενώ κατά καιρούς στις αίθουσες μπαίνουν σκύλοι, περιστέρια και, στην καλύτερη περίπτωση, ζητιανάκια την ώρα του μαθήματος)
- Δεν θέλουν οι φοιτητές να εντατικοποιηθούν οι σπουδές.
Η κοινή γνώμη κατηγορεί τους πανεπιστημιακούς για αμέλεια των καθηκόντων τους και (σύννομη ή μη) πολυθεσία, οι καθηγητές εκτιμούν ότι, αν είχαν την υλικοτεχνική υποδομή και τις κατάλληλες αποδοχές, θα ήταν άψογοι στη δουλειά τους, οι φοιτητές (ως κομματικές θέσεις: ευτυχώς σε μεμονωμένες συζητήσεις ακούγεται όλο και περισσότερο ο αντίλογος) θέλουν κυρίως να εξασφαλίσουν ένα πτυχίο με τον ευκολότερο δυνατό τρόπο, άλλοι γιατί δουλεύουν και δεν αντέχουν την εντατικοποίηση των σπουδών τους και άλλοι γιατί έχουν βρει πιο ευχάριστους τρόπους να περνούν την ώρα τους.
Έτσι, απ’ όπου κι αν αρχίσει κάθε υπουργός, κάποιους θα θίξει, κάποιους θα ευνοήσει, κάποιοι θα απεργήσουν και κάποια πράγματα δεν θα εφαρμοστούν, είτε καθόλου, όπως η ΕΑΓΕ, που δεν ιδρύθηκε ποτέ κι ας αποτελούσε νόμο του κράτους είτε θα εφαρμοστούν ατελώς και θα χάσουν το νόημα τους. Κι αυτό γιατί, λόγω ευρέως φάσματος νόμων, βρίσκονται πάντα αρκετά συμφέροντα να συσπειρωθούν ενάντια στην εφαρμογή τους. Και η αδράνεια συνεχίζεται.
Επειδή βρισκόμαστε πάλι σε περίοδο νομοθετικών ρυθμίσεων και επειδή το μυαλό μου δεν φτάνει να συλλάβει λύσεις-πακέτα, νόμους-πλαίσιο και μεγαλεπήβολες ιδέες, θα ήθελα απλώς να γράψω τρεις σκέψεις που μου φαίνονται απλές σαν το αυγό του Κολόμβου και που, χωρίς να λύνουν το πρόβλημα της ανώτατης παιδείας, ίσως μπορούν να διευκολύνουν επί μέρους καταστάσεις ξεσηκώνοντας, κατά τη γνώμη μου, περιορισμένες διαμαρτυρίες.
Οι σκέψεις αυτές αφορούν τρία θέματα: τη νομοθετική διευκόλυνση της απουσίας μελών ΔΕΠ για περιορισμένο χρονικό διάστημα, το θεσμό του αιώνιου φοιτητή και την ανάγκη σεβασμού κάποιων ελάχιστων επαγγελματικών μας υποχρεώσεων.

photo by: Melpo Tsiliaki
- Τι γίνεται με τους καθηγητές που ασκούν προσωρινά και άλλα καθήκοντα
Ένας από τους μύθους που νομίζω ότι πρέπει να συζητηθούν ανοικτά είναι το θέμα για το οποίο κατηγορούνται συχνά οι καθηγητές, δηλαδή ότι απουσιάζουν από τα καθήκοντά τους λόγω πολλαπλών θέσεων στο Δημόσιο ή αλλού. Καταρχήν δεν θεωρώ ότι το πρόβλημα βρίσκεται στο πόσες θέσεις έχει κανείς, αλλά στο πόσο σέβεται τον εαυτό του και τη δουλειά του. Η εμπειρία μου λέει ότι μικρή σχέση έχει πολυθεσία, με τη σωστή εκπλήρωση των πανεπιστημιακών καθηκόντων. Έχω δει όλη την γκάμα των συναδέλφων, από αυτούς που χωρίς (τουλάχιστον γνωστή) δεύτερη θέση αδιαφορούν ακόμα και για τις ελάχιστες των υποχρεώσεων τους, όπως η τακτική παρουσία τους στην τάξη, μέχρι αυτούς που μπορεί να έχουν τρεις θέσεις και να κάνουν μαθήματα, να συμμετέχουν στα κοινά και να παίρνουν τακτικά μέρος στις Γενικές Συνελεύσεις.
Επιπλέον, το πρόβλημα έχει και μία άλλη όψη, που δεν έχει προωθηθεί στην κοινή γνώμη: αν οι καθηγητές, αντί να κάνουν χρήση της πολυθεσίας, αξιοποιήσουν το δικαίωμα που τους δίνει ο νόμος για άδεια άνευ αποδοχών, τότε η εκπαιδευτική διαδικασία υποφέρει περισσότερο, επειδή η θέση τους μένει στην ουσία κενή. Είμαι πεπεισμένη ότι πολλοί καθηγητές θα ήταν πρόθυμοι ή θα δεχόντουσαν, αν πιεζόντουσαν, να εγκαταλείψουν προσωρινά τα πανεπιστημιακά καθήκοντα και το μισθό τους. Ας μην κοροϊδευόμαστε: ο μισθός μερικής απασχόλησης έπειτα από φόρους αποτελεί περιορισμένο κίνητρο. Υπάρχει όμως πίεση από το τμήμα των πολυθεσιτών να κρατήσουν και τις δύο θέσεις για να μπορούν να εκτελούνται έστω και τα τυπικά τα μαθήματα, εφόσον η προσωρινή αντικατάστασή τους είναι πρακτικά αδύνατη με το ισχύον νομικό καθεστώς.
Η έγκριση μιας θέσης ειδικού επιστήμονα διαρκεί σίγουρα περισσότερο από το μέσο χρόνο παραμονής των πολυθεσιτών στη δεύτερή τους θέση. Προτείνω λοιπόν όσοι κατέχουν δεύτερη θέση με πολλά καθήκοντα να παίρνουν αυτόματα άδεια άνευ αποδοχών και επίσης αυτόματα (δηλαδή χωρίς διαδικασίες εγκρίσεων και καθυστερήσεων από πλευράς υπουργείου Παιδείας και Οικονομικών) να γίνεται στη θέση τους προσωρινή πρόσληψη νέων επιστημόνων, που θα καλύπτουν το έργο τους στην απουσία τους.
Το ερώτημα που τίθεται είναι αν οι πανεπιστημιακοί και η κοινή γνώμη θέλουν να έχουν τέτοια εναλλαγή: εγώ πιστεύω ότι για τους φοιτητές είναι κέρδος να τους διδάσκουν άνθρωποι που κατά καιρούς αποκτούν σημαντικές εμπειρίες στο δημόσιο βίο ως υπουργοί, διοικητές οργανισμών ή σύμβουλοι, χωρίς να πρέπει ενδεχομένως να πληρώνουν το τίμημα μειωμένων ωρών διδασκαλίας.
Όπως επίσης θεωρώ ότι είναι κέρδος να μπαίνουν προσωρινά νέοι επιστήμονες (που ευτυχώς ή δυστυχώς έχουμε πολλούς) που και γνώση προσφέρουν και εμπειρία αποκτούν. Δεν ξέρω τι αντιδράσεις θα προκαλούσε μια τέτοια ρύθμιση, αλλά, επειδή ελπίζω ότι οι περισσότεροι συνάδελφοι που αποκτούν άλλη θέση το κάνουν γιατί προσφέρει μεγαλύτερη δόξα και καλύτερες αμοιβές από το Πανεπιστήμιο, δεν βλέπω γιατί να μη δεχτούν την προσωρινή θυσία του ενός μόνο μισθού και του ενός μόνο καθήκοντος. Ίσως και στα υπουργεία να μην αρέσει η αυτόματη μεταφορά κονδυλίων (τι θα γίνουμε χωρίς γραφειοκρατία!), αλλά είναι κι αυτό ένα μικρό τίμημα.
Ίσως υπάρχουν κάποιοι που νομίζουν ότι αυτό είναι εφικτό ήδη με το υπάρχον νομικό καθεστώς. Εγώ ξέρω ότι όλοι οι ειδικοί επιστήμονες που γνώρισα, σε διάφορες σχολές της χώρας, διορίζονται και πληρώνονται το νωρίτερο όταν λήγει η θητεία τους, μετά τρία χρόνια. Άρα ο θεσμός δεν λειτουργεί.
- Το αιώνιο πρόβλημα των αντίστοιχα αιώνιων φοιτητών
Είναι γνωστό ότι στην Ελλάδα ισχύει η δωρεάν παιδεία και από τη στιγμή που ένας φοιτητής γραφτεί στο Πανεπιστήμιο, δεν μπορεί να φύγει παρά μόνο αν πάρει το πτυχίο του. Αυτό σημαίνει ότι ιδιαίτερα στις σχολές όπου δεν είναι υποχρεωτικά τα εργαστήρια συσσωρεύεται ένας τεράστιος αριθμός φοιτητών, που εμφανίζεται δικαιωματικά όποτε θέλει σε γραμματείες, μαθήματα ή εξετάσεις και συμβάλλει σε μια πλήρη δυσλειτουργία του συστήματος. Αφήστε που όσο πιο παλιός ο φοιτητής τόσο μεγαλύτερη η κοινωνική πίεση που ασκεί για να εξασφαλίσει το βαθμό βάσης, μια και μεγαλώνοντας απέκτησε την ευθύνη οικογένειας, χρειάζεται το πτυχίο μόνο για το επίδομα ή ήταν το όνειρο του και της οικογένειάς του να γίνει επιστήμων και γι’ αυτό ας του κάνουμε τη χάρη να γίνει πτυχιούχος.
Το δικαίωμα της δωρεάν παιδείας το σέβομαι και είμαι πρόθυμη να αγωνιστώ για να το υποστηρίζω. Όμως δεν συνεπάγεται και το δικαίωμα της αιώνιας δωρεάν παιδείας, που είναι παράλογη (όπως και το δικαίωμα του ενός συγγράμματος, ειρήσθω εν παρόδω). Δεν θέλω να φτάσουμε στο άλλο άκρο και να διαγράψουμε φοιτητές που δεν πέρασαν το μάθημά τους δύο φορές.
Προτείνω όμως να θεσπιστεί μια συμμετοχή στο κόστος δυσλειτουργίας εκ μέρους των αιώνιων φοιτητών. Αφού εξαντλήσουν τον ελάχιστο προβλεπόμενο χρόνο σπουδών συν 50%, να αρχίσει η υποχρέωση καταβολής διδάκτρων (και ας μην πει κανείς ότι δεν υπάρχει μηχανισμός είσπραξης), που θα αυξάνονται γραμμικά (η προσωπική μου προτίμηση θα ήταν γεωμετρικά, αλλά καταλαβαίνω ότι αυτό είναι ανέφικτο) κάθε χρόνο. Όποιος φοιτητής δεν καταβάλλει αυτά τα δίδακτρα, θα διαγράφεται αυτομάτως, οριστικώς και αμετακλήτως.
- Το πρόβλημα των κοπανατζήδων διδασκόντων
Και έρχομαι τώρα στο σημαντικότερο πρόβλημα, που είναι η αδυναμία του συστήματος να επιβάλλει το σεβασμό των κανόνων του: Σύμφωνα με τη θεωρία του νομπελίστα Douglas North, οι θεσμοί αποτελούνται από τους επίσημους και τους άτυπους κανόνες, καθώς και τα χαρακτηριστικά της επιβολής τους. Στην περίπτωση του ΔΕΠ των ΑΕΙ (και όχι μόνον αυτού, αλλά γι’ αυτούς μιλάμε τώρα), έχω καταλήξει στο συμπέρασμα ότι δεν υπάρχει καμία δυνατότητα επιβολής κανόνων. Οι φοιτητές τους βρίζουν ανοιχτά, οι συνάδερφοι τους τους κουτσομπολεύουν και οι ίδιοι συνεχίζουν το βιολί τους.
Σε διδάσκοντες που δεν εμφανίζονται στα μαθήματά τους και δεν παίρνουν μέρος στις γενικές συνελεύσεις θα μπορούσε, σύμφωνα με το ισχύον καθεστώς, να επιβληθεί κάποια συμβολική στέρηση μισθού. Ωστόσο, κάτι τέτοιο δεν έχει γίνει ποτέ. Τα αίτια είναι εύκολο να αναζητηθούν στις κομματικές επιρροές και τον κίνδυνο κατάχρησης αν θεσμοθετηθούν κάποιες ποινές. Από την άλλη μεριά, φτάνουμε σε ασυδοσία ευτυχώς λιγότερο διαδεδομένη απ’ όσο θα μπορούσε να είναι, γιατί τελικά «υπάρχει και φιλότιμο».
Ωστόσο, αν κάποια στιγμή δεν υποκαταστήσουμε το φιλότιμο με επαγγελματισμό, κινδυνεύουμε να μην μείνει τίποτα. Γιατί είναι βέβαιο ότι το φιλότιμο μειώνεται σταθερά.
Οπότε, ίσως πρέπει να θεσπιστούν κάποιοι αντικειμενικοί δείκτες όχι υποχρεωτικής παρουσίας, όπου οι διδάσκοντες θα χτυπούν κάρτα, αλλά υποχρεωτικών δεσμεύσεων: παρακολούθηση του αριθμού των ωρών διδασκαλίας, οι οποίοι φημολογείται ότι θα αυξηθούν με το νέο νόμο, και των παρουσιών με έργο και αυτόματη παρακράτηση αποδοχών μέσω λογιστηρίου, έστω ύστερα από μια πρώτη επίπληξη. Ούτε εδώ μπορώ να σκεφτώ τα αντεπιχειρήματα, αν και εδώ είναι σαφές ότι θίγονται συμφέροντα.