Απόδραση εντός των Πυλών 


Της Γεωργίας Μέγα
Πρώτη δημοσίευση: ΣΑΜΙΖΝΤΑΤ, 28/05/1997
Στην αρχή ο ανυποψίαστος νέος θα βαφτιστεί φοιτητής του Παιδαγωγικό Τμήμα Δημοτικής Εκπαίδευσης. Για τέσσερα χρόνια θα φέρει αυτό τον τίτλο. Κι ύστερα θα μετατραπεί σε συγκεκριμένο αριθμό επετηρίδας ο οποίος και θα αποτελέσει κριτήριο για το διορισμό του, που ίσως έρθει, ίσως δεν έρθει ποτέ.
Στην αρχή η αναμονή είναι γλυκιά. Ύστερα όμως η επαφή με το αντικείμενο σπουδών αρχίζει να αχνοφαίνεται και, αν δεν υπάρξει επιμόρφωση με σεμινάρια, το παιχνίδι έχει χαθεί.
Στην καλύτερη των περιπτώσεων θα ακολουθήσει ένα Master και σε σπάνιες περιπτώσεις PhD.
Αν στο διάστημα αυτό ο υποψιασμένος νέος δεν αλλάξει πορεία κι επιθυμεί ακόμη, γνωρίζοντας δε τις συνέπειες – χαμηλός μισθός, προσωρινή απομάκρυνση από το χώρο μόνιμης κατοικίας -, να εργαστεί στο Ελληνικό Σχολείο, και πάλι θα διαπιστώσει ότι του απομένουν μερικά χρόνια αναμονής. Έτσι, πιθανώς να στραφεί στο χώρο της Ιδιωτικής Εκπαίδευσης. Αν είναι τυχερός-άτυχος, θα εργαστεί στις επιχειρήσεις-σχολεία. Αν όχι, θα εξακολουθεί να περιμένει.
Μπορεί να είναι μικρό ρομαντικό χωριό με θέα τη θάλασσα, υποβαθμισμένη επαρχιακή συνοικία, ασήμαντη – ιστορική πόλη ο χώρος στον οποίο ένα σχολείο περιμένει.
Στην αρχή ο ανυποψίαστος δάσκαλος θα λάβει σοβαρά υπόψη του τις Αρχές (διευθυντές-υποδιευθυντές-σχολικούς συμβούλους), τις υπαγορεύσεις του Αναλυτικού Προγράμματος, τις απαιτήσεις του Συλλόγου Γονέων, το πολιτισμικό επίπεδο των μαθητών του.
Για λίγους μήνες θα εφαρμόζει τη δική του άποψη για την εκπαίδευση προσπαθώντας ταυτόχρονα να ευχαριστήσει τους προϊστάμενούς του, τους κριτές του Σχολικούς Συμβούλους, τους γονείς.
Σιγά σιγά θα διαπιστώσει την αρνητική επίδραση τησ άκαμπτης γραφειοκρατίας ως προς την διεκπεραίωση απλών εκπαιδευτικών υποθέσεων. Την τυφλή υποταγή στην Ιερή Βίβλο της εκπαίδευσης (Αναλυτικό Πρόγραμμα) και το Ευαγγέλιο αυτής (Βιβλίο του Δασκάλου).Την αυστηρή τήρηση του ωραρίου εργασίας. Το κρυφοκοίταγμα της συναδέλφου στην καινούργια ιδέα. Τα σχόλια των έμπειρων που συνοψίζονται στη φράση: ”Εμείς τόσα χρόνια έτσι τα κάναμε”.Την καχυποψία του ανώτερου. Την υπεροψία του κατώτερου.
Αν στο διάστημα αυτό ο υποψιασμένος δάσκαλος δεν αλλάξει πορεία και επιθυμεί, γνωρίζοντας τις συνέπειες, να συνεχίσει να εργάζεται στο σχολείο του, τότε έχει αρχίσει έναν αγώνα που μόνο ο ίδιος γνωρίζει την αξία του και που σκοπίμως δεν θα τολμήσει να αποκαλύψει σε τρίτους.
Θα αρχίσει λοιπόν την επιτηδευμένη αποδέσμευσή του απο το Αναλυτικό Πρόγραμμα αντιστρέφοντας κεφάλαια και ενότητες ανάλογα με τις ανάγκες της τάξης του, διαγράφοντας επιμελώς περιττά – κατά την γνώμη του – στοιχεία, προσθέτοντας καινούργιες πληροφορίες όπου το θεωρεί σκόπιμο, επιλέγοντας από το σύνολο των μεθοδολογιών την καταλληλότερη για τη δεδομένη χρονική στιγμή.

Θα παραμείνει ευγενικός με τους συναδέλφους. Διπλωματικός με τους κριτές του. Μετρίως εργατικός.

Η προηγούμενη απεξάρτηση δεν γίνεται για λόγους επαναστατικούς. Τα αίτιά της είναι υπαρκτά, περισσότερα παρά ποτέ ενταγμένα στο Σύστημα:
Το Αναλυτικό Πρόγραμμα, καλό ή κακό αδιάφορο, είναι ένα, συγκεκριμένο, απαράλλαχτο για κάθε Ελληνόπουλο. Δεν είναι δέσμευση της προσωπικης έκφρασης του δασκάλου που βάλλεται. Άλλωστε, ποτέ κανείς δεν θα νοιαστεί γι’ αυτήν. Είναι η φήμευση της προσωπικής έκφρασης της γενιάς που έπεται. Κι αυτό γιατί ο εγκλωβισμός στη μία και ορθή σκέψη που καλλιεργεί το Ελληνικό Εκπαιδευτικό Σύστημα έρχεται σε αντίφαση με το ανοικτό σε όλα πνεύμα που επαγγέλλεται ο κόσμος της πληροφορικής.
Τα μαθηματικά προβλήματα που ο μαθητής αντιμετωπίζει έχουν πάντα μία λύση.
Η ιστορία έγινε ακριβώς έτσι όπως το σχολικό βιβλίο την υπαγορεύει μέσα από αυστηρά επιλεγμένες πηγές.
Ακόμα κι εκεί που τα πράγματα μοιάζουν να προσφέρουν κι εναλλακτικές λύσεις ή προοπτικές (ποίηση – αφηγηματικό κείμενο) η ανάλυσή τους, αν υπάρξει, δεν επιτρέπει ιδιαίτερες παρεκτροπές από τον εκπαιδευτικά ορθό τρόπο αντιμετώπισης τέτοιων κειμένων.
Από την άλλη, το Internet παραμένει εκνευριστικά χαώδες. Οι σφαίρες πληροφόρησης είναι αμέτρητες και οι ιδεολογίες αιωρούνται ελεύθερα στο διαδύκτιο.
Ποιος θα φορτώσει το χρήστη με μπαταρίες τέτοιες ώστε να έχει τη δυνατότητα να διακρίνει, κρίνει και επικρίνει; Με ποιον τρόπο θα διαθέσει τον εαυτό του στη γνώση που εκρηκτικά εισβάλλει στη ζωή του; Πώς θα συνθέσει τη δική του αλήθεια και αντίληψη για τη ζωή, απορρίπτοντας τα περιττά και αξιοποιώντας τα απολύτως απαραίτητα;
Σε έναν κόσμο που εξελίσσεται τόσο γρήγορα όσο και τα διαφημιστικά spots του MTV, το Ελληνικό Σχολείο προσφέρει λιγότερα και από τα ελάχιστα, αφήνοντας με εγκληματικό τρόπο έξω από το παιχνίδι τον ίδιο το λόγο της υπαρξής του: τη νέα γενιά.
Τα βήματα για την αποδέσμευση του Έλληνα Εκπαιδευτικού από το ίδιο το Εκπαιδευτικό του Σύστημα, που υποψιασμένος πια αρνείται να αφεθεί ως απλός παρατηρητής μιας καλά κρυπτογραφημένης πραγματικότητας, έχουν ήδη αρχίσει:
  • Την ώρα που το υπουργείο Παιδείας και η ΟΛΜΕ καβγαδίζουν για την επιμόρφωση που γίνεται ή δεν γίνεται… στη Θεσσαλονίκη, με πρωτοβουλία του υπουργού Μακεδονίας Θράκης, δημιουργήθηκε δίκτυο τηλεπιμόρφωσης εκπαιδευτικών. (”Βήμα” 27-4-97)
  • Την ίδια ή περίπου την ίδια ώρα, στο Γυμνάσιο Σμίνθης κάπου στην Ξάνθη, οι μαθητές της Α και Β Γυμνασίου καταγράφουν για πρώτη φορά στην πομακική γλώσσα θρύλους, παραμύθια και ιστορίες παππούδων και γιαγιάδων τους και εκδίδουν τα αποτελέσματα της δουλειάς τους.
  • Την ίδια άνοιξη, μαθητές της Β Δημοτικού στο Μαρούσι γράφουν ποίηση και ονειρεύονται χορεύοντας κάτω από το ονειροσέντονό τους.

Τα μεμονωμένα παραδείγματα μπορεί να έρχονται απλά για να επιβεβαιώσουν τον κανόνα της εγκατάληψης και σύγχυσης που στιγματίζει το εκπαιδευτικό μας σύστημα. Κανείς όμως δεν είναι σε θέση να διακρίνει αν είναι δυναμικά ή αδύναμα, γιατί κανείς δεν τον έμαθε ποτέ του να κρίνει.